Το τυνησιακό ελαιόλαδο αντιπροσωπεύει το 65,5% των εξαγωγών τροφίμων της χώρας. Οι εξαγωγές ελαιολάδου αυξήθηκαν σε αξία κατά 87,8% και οι τιμές εξαγωγής αυξήθηκαν κατά 67,9%.
Σύμφωνα με το Εθνικό Γραφείο Ελαίου (ONH), τα έσοδα της Τυνησίας από το ελαιόλαδο αυξήθηκαν σχεδόν κατά 80% έως τα τέλη Ιουνίου 2024, φτάνοντας τα 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ.
Από την αρχή της καμπάνιας (1 Νοεμβρίου 2023), η Τυνησία έχει εξαγάγει σχεδόν 165.205 τόνους ελαιόλαδου, εκ των οποίων οι 20.000 τόνοι ήταν επώνυμοι τυποποιημένοι.
Στη δεύτερη θέση στις τυνησιακές αγροδιατροφικές εξαγωγές βρίσκονται οι χουρμάδες, ακολουθούμενοι από τα αλιευτικά προϊόντα. Σε όρους αύξησης των εξαγωγών κατά τη διάρκεια του έτους, τα εσπεριδοειδή είχαν τη μεγαλύτερη ανάπτυξη (+23,2% σε σχέση με το προηγούμενο έτος), ενώ οι χουρμάδες αυξήθηκαν κατά 17,3% σε ένα χρόνο, ακολουθούμενοι από το ελαιόλαδο με αύξηση 11,9%.
Σύμφωνα με το Εθνικό Παρατηρητήριο Γεωργίας, στο δελτίο Ιουλίου 2024, οι εξαγωγές τυνησιακού ελαιόλαδου κατά τους πρώτους οκτώ μήνες της καμπάνιας 2023/24 ανήλθαν σε 165,2 χιλιάδες τόνους, με αξία 4.391,9 εκατομμύρια δηνάρια.
Η Ισπανία είναι ο κύριος προορισμός για το τυνησιακό ελαιόλαδο, με μερίδιο 32,2%, ακολουθούμενη από την Ιταλία (27,9%) και τις Ηνωμένες Πολιτείες (22,9%).
Κατά την ίδια περίοδο, οι εξαγωγές βιολογικού ελαιολάδου ανήλθαν σε 35.308 χιλιάδες τόνους, αξίας 954,6 εκατομμυρίων τυνησιακών δηναρίων, με μέση τιμή 27,04 τυνησιακά δηνάρια. Το μερίδιό του στις συνολικές εξαγωγές ελαιολάδου της Τυνησίας είναι 21,4% σε ποσότητα και 22,7% σε αξία.
Οι ποσότητες εμφιαλωμένου ελαιολάδου δεν ξεπέρασαν το 5% του συνόλου του εξαγόμενου βιολογικού ελαιολάδου. Η Ιταλία είναι ο κύριος προορισμός για το βιολογικό ελαιόλαδο με μερίδιο 50,61%, ακολουθούμενη από την Ισπανία.
Στη δεύτερη θέση στις τυνησιακές αγροδιατροφικές εξαγωγές βρίσκονται οι χουρμάδες, ακολουθούμενοι από τα αλιευτικά προϊόντα. Σε όρους αύξησης των εξαγωγών κατά τη διάρκεια του έτους, τα εσπεριδοειδή είχαν τη μεγαλύτερη ανάπτυξη (+23,2% σε σχέση με το προηγούμενο έτος), ενώ οι χουρμάδες αυξήθηκαν κατά 17,3% σε ένα χρόνο, ακολουθούμενοι από το ελαιόλαδο με αύξηση 11,9%. Μέχρι και πριν λίγα χρόνια ο τουρισμός αποτελούσε την κύρια πηγή εισοδήματος.
Η ισλαμική τρομοκρατία που επακολούθησε την «Αραβική Άνοιξη» έδιωξε «εν μιά νυκτί» τους τουρίστες οδηγώντας την Τυνησία να βρεί υποκατάστατα στήριξης της εθνικής της οικονομίας στον πρωτογενή τομέα και ιδίως στο ελαιόλαδο, το οποίο έκτοτε γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη. Από παραγωγική και εμπορική σκοπιά η Τυνησία, παρά το μικρό της μέγεθος και τις κλιματολογικές αντιξοότητες, βρίσκεται στην 3η θέση της παγκόσμιας ελαιοκομίας με βλέψεις ακόμη και για την 2η θέση πίσω από την Ισπανία. (βλέπε αναλυτικά στο οικείο κεφάλαιο της «Εγκυκλοπαίδειας Ελαιοκομίας: το Ελαιόλαδο».
Πηγή: tunisienumerique